Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010

ίσως κάποια στιγμή να θελήσει να πει την καρδιά του ποιος φόβος βαραίνει.

Φοβάμαι τη μέρα, φοβάμαι το φως,το ψόφιο το βλέμμα του δημοσίου
φοβάμαι τους δρόμους που γεννούν οδηγούς,κι εκείνους που έχουν εικόνα οσίου.

Φοβάμαι τη μάνα και τον αδερφό,κι όσους μοιράζουν σαφείς οδηγίες
φοβάμαι τις θειάδες μου τις Κυριακές,γαμώτο, και του πατέρα μου τις αγωνίες.

Δες, ο κόσμος αυτός που βαδίζει σκυφτός, δεν ακούει, δεν κοιτά και σωπαίνει
ίσως κάποια στιγμή να θελήσει να πει την καρδιά του ποιος φόβος βαραίνει.

Φοβάμαι τις πρώτες ρυτίδες των άλλων κι εκείνους που λένε "δε θέλω να χάνω"
μα απ` όλα φοβάμαι-σ` το λέω-πιο πολύ όλους όσοι με σπρώχνουν να πάω πιο πάνω.

Φοβάμαι κι εσένανε που μ` αγαπάς όταν μια μέρα τα μάτια θ` ανοίξεις
μήπως μ` αλλάξεις, μη μ` αρνηθείς μα, μωρό μου, πιο πολύ φοβάμαι μήπως με πνίξεις.

Και φοβάμαι κι αυτούς και φοβάμαι τους άλλους
και φοβάμαι τα οικεία και φοβάμαι τα ξένα
τους μικρούς τους φοβάμαι, αλλά και τους μεγάλους
μα -στο λέω- πιο πολύ... φοβάμαι εμένα.