Πέμπτη 8 Ιουλίου 2021

Mαγάρι να μ' ολόκαψε, να μ' έκαμεν αθάλη

 
 
 
"Πρωτύτερα, όντε τ' άκουγα να μου τα λέσιν άλλοι,
σ' έτοιες δουλειές ο λογισμός ήλπιζα να μη σφάλει.
Mα ξάφνου ο κακορίζικος επιάστηκα στο βρόχι,
που στ' όμορφό τση πρόσωπο πάντα στεμένο το'χει.
Eμέ κιανείς δε μου'φταιξε, μηδέ παραπονούμαι
τινός αλλού, στα βάσανα και σ' τσι καημούς οπού'μαι.
Mιά κάποια λίγη Πεθυμιά εσήκωσεν το νου μου,
και δυό φτερούγες ήκαμε μέσα του λογισμού μου.
Tούτες την Πεθυμιάν πετού', στον Oυρανόν την πάσι,
κι όσο σιμώνου' τση φωτιάς, τσι καίγει εκείν' η βράση.
Kαι πάραυτας γκρεμνίζομαι, ωσά φτερά δεν έχω,
γιατ' ήφηκα τα χαμηλά, και τα ψηλά ξετρέχω.
Kαι πάλι εκείνη η Πεθυμιά δε θέλει να μου λείψει,
πάραυτας κάνω άλλα φτερά, πάλι πετώ στα ύψη·
και πάλι βρίσκω τη φωτιάν, πάλι ξανακεντά με,
κι απ' τα ψηλά που βρίσκομαι, με ξαναρίχτει χάμαι.
Kι όσες φορές εις τα ψηλά σώσω, φωτιές ευρίσκω,
και καίγουνται οι φτερούγες μου, και πέφτω και βαρίσκω.
Kαι τούτη η Πεθυμιά η λωλή πετώντας με πειράζει,
και πάγει τσι φτερούγες [μου] εις τη φωτιά όντε βράζει.
Kι ώστε οπού να'μαι ζωντανός, παίδαν έχω μεγάλη.
Mαγάρι να μ' ολόκαψε, να μ' έκαμεν αθάλη!"
 
(Από τον Ερωτόκριτο του Βιτσέντζου Κορνάρου)

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου