Σάββατο 18 Αυγούστου 2012

Άντε και τα μαύρα θα πετάξεις κι έτσι ελευθερώνεσαι: η γέννηση ενός χορού.

Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια αρχοντοπούλα και η πολιτεία που έμενε ήταν σε ένα νησί, μεγάλο νησί, στην εποχή των πειρατών. Κι έτσι όπως ήταν πριγκίπισσα σωστή, την είχαν και ζούσε από μωρό παιδί, σε ένα πύργο στην άκρη της πολιτείας, ψηλά ψηλά, και  καλομαθημένη όπως ήταν,δεν έβγαινε ποτέ έξω, είχε σαράντα υπηρέτες να την προσέχουν και ούτε ο ήλιος δεν την έβλεπε. Θα έβγαινε από τον πύργο μόνο όταν ένας ωραίος νέος,φυσικά πλούσιος, ίσως κάποιο βασιλόπουλο από κοντινή πολιτεία, θα τη ζητούσε από τον πατέρα της σε γάμο. Αυτή ήταν η μοίρα για τα κορίτσια της φάρας της σε εκείνους τους καιρούς. Και έτσι το μόνο που έκανε η αρχοντοπούλα, κάθε απόγευμα που τη χτενίζανε 100 φορές με το χτένι, για να είναι τα μακριά μαλλιά της φίνα και αρωματικά είναι να βάζει τους υπηρέτες να βγάζουν τα αργυρά σκαμνιά έξω, στο πιο ψηλό μπαλκόνι του πύργου και να ατενίζει το πέλαγο, λες και από εκεί θα ερχόταν το βασιλόπουλο.
Τετάρτη 8 Αυγούστου 2012

Πάντα να μπορείς πουλί μου να ξαν' αγαπάς: όταν αγαπάς πολύ κάποιον, θες το καλό του ακόμα και αν δε μπορείς να του το δώσεις


Είχαν περάσει χρόνια από τότε που το λιμάνι είχε μεταφερθεί έξω από την πόλη. Το γραφικό λιμάνι, με το μεγάλο φάρο είχε γίνει πια αξιοθέατο. Υπήρχαν ταμπέλες σε όλη την πόλη που έστελναν τους τουρίστες στο "παλιό λιμάνι". Το παλιό λιμάνι λοιπόν, με εξαίρεση τις πρώτες πρωινές ώρες ήταν γεμάτο κόσμο, όλων των εθνοτήτων, με φωτογραφικές μηχανές κρεμασμένες στο στήθος, που περπατούσαν απ' άκρη σ' άκρη. Όσο αφορά στα μαγαζιά, τα παλιά ψαράδικα και οι καφενέδες είχαν αντικατασταθεί από πολύχρωμα μαγαζιά, με ξένες επιγραφές, λες και μαζί με το λιμάνι είχαν φύγει και τα ελληνικά από εκεί.