Κυριακή 24 Ιουνίου 2012

Οι άνθρωποι και τα γραμματόσημα: το να γεννιέσαι για να δοκιμάζεις καρδιές.




Μεσημέρι στο περίπτερο έξω από το ταχυδρομείο.
- Τί θα θέλατε;
-Δώστε μου 4 γραμματόσημα. Από τα φθηνά μου ζήτησαν.
-Αμέσως. Ορίστε.
Κάνει να τα πάρει, του φεύγει το ένα. Πέφτει κάτω το παίρνει ο αέρας.
-Αφήστε το  δεν πειράζει. πάρτε ένα άλλο. Ορίστε.
- Να είστε καλά. Ευχαριστώ.
Κάποιες ώρες μετά στη μέση του ίδιου δρόμου. Ένα γραμματόσημο μόνο του. Οχήματα περνούν ξυστά δίπλα του. Η άσφαλτος έχει ανάψει από τον ήλιο. Έχει δεινοπαθήσει. Στο μεταξύ δε φυσάει αέρας να το πάει παραπέρα. Μετράει τα οχήματα που περνούν από πάνω του. Δύο νταλίκες, 15 μηχανάκια, 8 αυτοκίνητα,. Κανένα δεν το πάτησε. Όλα δίπλα του.
Ξαφνικά άκουσε βουή από την άκρη του δρόμου. Ένα μαύρο πράγμα, ίσα που προλάβαινε να το δει, ερχόταν με φόρα. Παρατήρησε κάποιους πεζούς να τρέχουν έντρομοι μακριά από το δρόμο.
"Τώρα θα με πατήσουν " σκέφτηκε.
Ούτε αυτό το πατάει, περνάει από δίπλα του, σηκώνει ένα ρεύμα αέρα, σηκώνει και το γραμματόσημο, το οποίο άρχισε να πετάει στον αέρα. Πέρασε το φανάρι του δρόμου, άρχισε να στρίβει λίγο δεξιά, το πήρε και λίγο ο αέρας, έλεγε ότι δε θα προσγειωθεί.
Κάποια στιγμή ο αέρας έπεσε, και αυτό άρχισε να προσγειώνεται αργά αργά. Και εκεί που θα προσγειωνόταν ξαφνικά, ένα χέρι το άρπαξε. Δεν πρόλαβε να καταλάβει πολλά, μέσα σε λίγες στιγμές, από την άσφαλτο, βρέθηκε στο χέρι. Το χέρι άνοιξε και ένας νέος άντρας κοίταξε ξαφνικά το γραμματόσημο. Χαμογέλασε όπως το αντίκρισε, μάλλον του άρεσαν τα χρώματά του. Ύστερα το έβαλε στην τσέπη του και άρχισε να περπατάει.
Το γραμματόσημο από τη μία χαιρόταν που δε θα έμενε  άλλο στην καυτή άσφαλτο, από την άλλη δυσανασχετούσε. Δεν είχε σε μεγάλη εκτίμηση τους ανθρώπους. Είχε ακούσει πολλά γι αυτούς.
Θεωρούσε ότι ο σεβασμός πρέπει να είναι κάτι αμοιβαίο. Και πώς μπορείς να σέβεσαι κάποιον που σε θεωρεί κάτι τόσο ασήμαντο; σκέφτηκε. Και δε λέω, είναι διαφορετικά τα μεγέθη, είναι συγκεκριμένος ο λόγος που εμείς τα γραμματόσημα ήρθαμε σε αυτόν τον κόσμο, αλλά αυτοί οι άνθρωποι δε μου γεμίζουν το μάτι. Κατ'αρχήν, τόσα χρόνια υπάρχουν και δεν ξέρουμε ακόμα για ποιό λόγο υπάρχουν.
¨Ένοιωθε να μετακινείται καθώς ο άνθρωπος περπατούσε. Ποιός ξέρει που θα κατέληγε το γραμματόσημο; Στην καλύτερη των περιπτώσεων σε κάποιο φάκελο, ίσως και σε κάποια ζελατίνα σαν έκθεμα συλλογής, αν και αυτό ήταν πιο σπάνιο. Το πιο πιθανό είναι να το ξεχνούσε ο άνθρωπος εκεί και να πλενόταν μαζί με το ρούχο σε κάποιο πλυντήριο, όπως είχε ακούσει για τόσους και τόσους συγγενείς του που είχαν χαθεί άδικα. Περίμενε υπομονετικά τη μοίρα του, ώσπου, ενώ σκεφτόταν όλα αυτά, ο άνθρωπος κάθισε.
Προσπαθούσε να καταλάβει που είχε βρεθεί. Άκουγε  φασαρία από γύρω. Ξαφνικά μια φωνή, πιο καθαρή, γυναικεία ήταν ακούστηκε:
"-Τί θα θέλατε;"
"-Θα περιμένω παρέα, ευχαριστώ."
Η υπόθεση ξαφνικά είχε αρχίσει να αποκτά ενδιαφέρον. Είχε αποδράσει από το κουτί που το είχε ο περιπτεράς, είχε αποδράσει από την καυτή άσφαλτο, χωρίς να το πατήσει κάποιο όχημα. Και στην τσέπη,  ξαφνικά εκτός από τον ιδιοκτήτη, θα αποκτούσε και παρέα.
 Η ώρα περνούσε, παρέα δεν ερχόταν εκείνη η ζέστη, ερχόταν πάλι , όπως και στην άσφαλτο και ένοιωθε να του αλλοιώνει την κόλλα. Κάποια στιγμή άκουσε τη φωνή του νεαρού άνδρα:
"-Να σας πω λίγο;"
"- Ορίστε."
"-Θα μου φέρετε έναν καφέ;"
"-Ευχαρίστως."
Μάλλον η υπομονή  του άνδρα είχε αρχίσει να κλονίζεται, σκέφτηκε το γραμματόσημο. Περίμενε να δει τι θα γίνει.
Μέσα στην αναμονή, χτύπησε ξαφνικά το τηλέφωνο. Έκανε ο άνδρας να το σηκώσει, τι κρίμα που δε μπορούσε να ακούσει όλο το διάλογο, σκέφτηκε το γραμματόσημο.
"- Γεια τι κάνεις;"
"-..."
"- Ήμουν εδώ στη γειτονιά σου και  είπα να κάτσω να πιω ένα καφέ στην καφετέρια στην άκρη του δρόμου."
"-..."
"-Ναι τυχαία πέρασα από εδώ, είχα κάτι δουλειές πιο πριν και είπα να κάτσω εδώ."
"-...."
"-Θα περάσεις να πιούμε ένα καφέ;"
"-..."
"- Καλά θα περιμένω."
Έκλεισε το τηλέφωνο. Ήταν ολοφάνερο ότι δεν ήταν τυχαία η επιλογή του μέρους. Και ήταν ολοφάνερο ότι δεν περίμενε παρέα. Ήλπιζε ότι θα έχει παρέα. Η ιστορία αποκτούσε όλο και περισσότερο ενδιαφέρον.
Η ώρα περνούσε και παρέα δεν ερχόταν. Ο άνδρας κουνούσε νευρικά το πόδι του, μαζί και το γραμματόσημο. Κι όπως κουνιόταν πάνω κάτω, είχε προσέξει ότι δεν είχε έρθει ακόμα ο καφές.
Το τηλέφωνο ξαναχτύπησε. Το σήκωσε αμέσως.
"-..."
"-Ναι έχω καθίσει ήδη. Θες να σου παραγγείλω καφέ;"
"-..."
"- Ούτε και σήμερα;"
"-..."
"- Μη μου φωνάζεις. Έχω πολύ καιρό να σε δω, γιατί μου φωνάζεις;"
"-..."
"-Εδώ και μια βδομάδα αυτό μου λες. "
"-..."
"-Καλά. Γεια."
Έκλεισε το τηλέφωνο. Το πόδι σταμάτησε να κουνιέται. Πέρασαν κάποιες στιγμές αμηχανίας.
"-Να σας πω;"
"-Τι θα θέλατε;"
"-Έχω παραγγείλει ένα καφέ. Θα ήθελα να τον αλλάξω αν γίνεται."
"- Ευχαρίστως. Τί να σας φέρω;"
"- Ένα ποτήρι κρασί παρακαλώ."
"- Αμέσως."
Ακολούθησαν κάποιες στιγμές σιωπής. Το πόδι είχε σταματήσει να κουνιέται εντελώς. Το γραμματόσημο, αν και ήταν στην τσέπη, ένοιωσε την απογοήτευση του άνδρα. Διαισθανόταν τι σκεφτόταν, τι είχε συμβεί.
Το πρώτο κρασί τέλειωσε γρήγορα, και ακολούθησαν κι άλλα.
Το γραμματόσημο, καθώς το κρασί ερχόταν το ένα μετά το άλλο, ένοιωσε ξαφνικά ένα παράξενο συναίσθημα.
Ένοιωσε συμπόνια για το νεαρό άνδρα. Σκέφτηκε ότι οι άνθρωποι, όσο διαφορετικοί κι αν είναι, όσο χαμηλά κι αν ήταν στην εκτίμησή του, είναι παρόμοιοι με τα γραμματόσημα. Όσο παράξενο κι αν ακουγόταν, έτσι ήταν.
Γιατί , όπως τα γραμματόσημα, έτσι και οι άνθρωποι κολλάνε μόνο αν τα φτύσεις. Τα γραμματόσημα στους φακέλους, οι άνθρωποι μεταξύ τους.
Από εκεί και πέρα, το περισσότερο φτύσιμο δε σημαίνει πιο γερό κόλλημα, τόσο για τα γραμματόσημα, όσο και για τους ανθρώπους. Γιατί αν ένα ήδη υγρό γραμματόσημο, συνεχίζεις να το φτύνεις, είτε θα διαλυθεί η κόλλα του και δε θα κολλάει πια, είτε θα διαλυθεί και το ίδιο. Αντίστοιχα και στους ανθρώπους, αν συνεχίσεις να φτύνεις έναν άνθρωπο, δηλαδή να τον απορρίπτεις, αντί να κολλήσει πιο πολύ, ή θα σταματήσει να κολλάει και θα έχει πετύχει το αντίθετο αποτέλεσμα, ή θα διαλυθεί, σαν το νεαρό της ιστορίας μας που το έριξε στο κρασί και τις άσχημες σκέψεις.
Αυτό δεν καταλαβαίνουν κάποιοι άνθρωποι, φτύνουν υπερβολικά το γραμματόσημο πριν το κολλήσουν στο φάκελο, με αποτέλεσμα τόσα και τόσα από αυτά να έχουν αχρηστευτεί, και μετά φτύνουν ξανά και ξανά τους ανθρώπους γύρω τους, βγάζοντας τους και αυτούς άχρηστους.

1 σχόλιο:

  1. Συγκλονιστικό ως σύλληψη, κι όμως αληθινό, πόσο μοιάζουυν άνθρωποι και γραμματόσημα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή