Πέμπτη 11 Ιουλίου 2013

Κι αν τον φοβάσαι τον γκρεμό έλα το μονοπάτι.


Το μήλο είναι ένα πολύ γνωστό φρούτο. Υπάρχει σε πολλές ποικιλίες και χρώματα. Υπάρχουν τα κόκκινα, τα πράσινα, τα γλυκά, τα ξινά, τα φιρίκια και άλλα. Έχει ευρεία χρήση στη γαστρονομία. Όταν τρώγεται σκέτο, διώχνει ακόμα και τους γιατρούς. Πολλοί το τρώνε με μέλι και κανέλα, ίσως και καρύδια, ωμό ή ψητό. Γίνεται επίσης γλυκό του κουταλιού και λένε ότι είναι πολύ νόστιμο. Χρησιμοποιείται σε πίτες, με πολλές παραλλαγές. Άλλοι λένε ότι είναι καλό ακόμα και για την πέψη. Πέρα όμως από τη γαστρονομία, το μήλο είναι ταυτόχρονα και ένα μουσικό φρούτο. Είναι πολύ γνωστά και διαχρονικά τα τραγούδια που μιλάνε για το μήλο, για τη γεύση του, για το άρωμά και το χρώμα του, που το παρομοιάζουν με του ρόδου. Μιλάνε επίσης για τη μηλιά, για το δέντρο που κατέκτησε τον κόσμο, για τα άνθη της τα όμορφα, και για την καρποφορία της, όταν στέκει γεμάτη μήλα και κάνει και τον πιο διστακτικό να ορέγεται τους καρπούς της.
" Έλα, έβγαλες τα μάτια σου σε αυτή την οθόνη, έλα να φας."
" Τώρα έρχομαι."
" Τώρα είπα. Μόλις το έκοψα, θα χαλάσει."
" Έλα ρε γιαγιά, σου είπα ότι έρχομαι. Τι μου έφερες πάλι; Για να δω. Μήλο; Πάλι μήλο; Αφού σου έχω πει ότι δε μου αρέσουν τα μήλα."
" Κι όμως κάνουν καλό τα μήλα. Όχι σαν τις αηδίες που πας και τρως από το περίπτερο."
" Μα σου έχω πει ότι δε μου αρέσουν. Και έχω και δουλειά να τελειώσω τώρα εδώ."
" Δε θα το 'λεγες αυτό αν ήξερες πώς γεννήθηκαν τα μήλα."
" Πώς γεννήθηκαν τα μήλα; Δε φυτρώνουν τα μήλα; Όλος ο κόσμος ξέρει ότι βγαίνουν στο δέντρο. Βρε γιαγιά, δεν έχεις δει τις μηλιές; "
" Και βέβαια έχω δει μηλιές, όμως πώς ήρθαν οι μηλιές σε αυτό τον κόσμο; Δεν σου έχει μάθει κανείς για το δέντρο που μιλούσε φαίνεται."
" Ποιο δέντρο βρε γιαγιά; Μιλάνε τα δέντρα;"
" Αν σου πω την ιστορία θα φας τα μήλα; "
" Πες μου την ιστορία και θα φάω τα μήλα."


" Η ιστορία που θα σου πω συνέβη σε ένα νησί μακριά από εδώ.
Για να το πούμε καλύτερα, δεν ήταν ακριβώς νησί σαν αυτά που ξέρεις, ήταν ένα ψηλό βουνό μέσα στη θάλασσα. Η ακτή γύρω γύρω ήταν άγρια, οι παραλίες και οι όρμοι μετρημένοι στα δάχτυλα, και ήταν πολλά τα σημεία που η θάλασσα είχε καταπιεί τόσο απότομα τη γη, φτιάχνοντας γκρεμούς. Τα χωριά του, ήταν χτισμένα στα ψηλά, είτε γιατί έλεγαν ότι έτσι φυλάγονταν από τους πειρατές, είτε γιατί φοβόντουσαν μην τα καταπιεί και αυτά η θάλασσα. Άγριος τόπος, ωστόσο η γη ήταν πανάρχαια και ευλογημένη, και έβγαζε όλα τα χρειαζούμενα για να ζήσουν εκεί. Γενιές και γενιές των πλασμάτων του Θεού ζούσαν και πέθαιναν σε εκείνο τον τόπο.
Τα δέντρα ήταν τόσο λίγα πάνω στο νησί, που μπορούσε κανείς να τα μετρήσει, ειδικά αν βρισκόταν σε κάποιο καράβι στα ανοιχτά. Το πιο γνωστό από όλα, ήταν το αυτό που ξεχώριζες λένε από χιλιόμετρα μακριά, να χάσκει σε ένα γκρεμό, ακριβώς λίγο πιο κάτω από την άκρη του, πάνω από τη θάλασσα. Κανείς , ούτε και οι πιο παλιοί, δεν ήξεραν πώς είχε φυτρώσει εκεί αυτό το δέντρο, ίσα ίσα σε μια σπιθαμή γης. Κανένας επίσης δε μπορούσε να πει με σιγουριά τι δέντρο ήταν. Και αυτό, γιατί δεν έμοιαζε με κανένα από τα ήδη γνωστά, αλλά κυρίως γιατί έλεγαν ότι όταν το πλησίαζες, αυτό έβγαζε φωνή και μιλούσε. Και ήταν πολλοί στεριανοί αυτό που έφταναν ως την άκρη του γκρεμού για να το ακούσουν, και έπεφταν στα βράχια από κάτω, όπως και ήταν πολλοί οι καπεταναίοι, που παρασυρμένοι από τα λόγια του, έφταναν κάτω από το γκρεμό και τσάκιζαν τα σκαριά στα βράχια. Όσοι κατάφερναν δηλαδή να το πλησιάσουν πιο πολύ, δεν ζούσαν την επόμενη μέρα για να πουν τι δέντρο ήταν.
Έτσι αυτό, έστεκε αγέρωχο στο γκρεμό κρατώντας τους ζωντανούς σε απόσταση και έμενε γνωστό σαν "το καταραμένο δέντρο", ή "το τρελό δέντρο", ή " το δέντρο που μιλάει", ενώ αυτοί που υποστήριζαν ότι ήταν η μιλιά του δέντρου που τους τρέλαινε και σκοτώνονταν στα πόδια του, το έλεγαν με το πιο γνωστό του όνομα , "τρελομιλιά".
Περνούσαν το λοιπόν οι γενιές σε στεριά και θάλασσα, μόνο όσοι δεν ήξεραν ή όσοι τολμούσαν πλησίαζαν το γκρεμό, και έτσι η τρελομιλιά έστελνε ψυχές στον άλλον κόσμο. Και ήταν τόσα τα θύματά της, που έφτασε να μην υπάρχει καμιά οικογένεια του νησιού χωρίς να έχει μαυροφορέσει. Έτσι λοιπόν την φοβόντουσαν και την απέφευγαν, τους αρκούσε να την παρατηρούν από μακριά, συνήθιζαν να τη δείχνουν με το δάχτυλο στα παιδιά, τα ζωντανά και αναμεταξύ τους, προκαλώντας και φόβο και σεβασμό, επινοώντας και άλλες ιστορίες γι αυτή, που όλες μιλούσαν για το πώς σώπαινε το θύμα για να ακούσει το δέντρο που μιλάει, λίγες στιγμές πριν χαθεί για πάντα.
Σα να μην έφτανε αυτή η συμφορά, έρχονταν στο νησί κάποιοι ξενομπάτες, που όταν έφευγαν, έλεγαν με πονηριά ότι αυτός ο τόπος με τα ζωντανά πάνω του είναι καταραμένος και παρότρυναν τους συνομιλητές τους να μείνουν μακριά.

Δε φτάνει που είχαν τη συμφορά τους, τώρα τους έλεγαν και καταραμένους. Το μυστήριο παρέμενε.
Είχαν θυμώσει. Είπαν να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους.

Έστειλαν πρώτα τους ξυλοκόπους με μεγάλα τσεκούρια να την κόψουν, μήπως και γλιτώσουν από τη συμφορά μια και καλή, όμως το μόνο που βρέθηκε από αυτούς ήταν τα τσεκούρια τους σφηνωμένα στα βράχια του γκρεμού.
Έστειλαν μετά τους πιο γενναίους, να ακούσουν την τρελομιλιά από κοντά και έτσι οπλισμένοι που ήταν, να καταφέρουν να την πληγώσουν θανάσιμα και να γυρίσουν πίσω. Λίγες μέρες μετά, η θάλασσα ξέβρασε τις ασπίδες τους.
Έστειλαν μετά τους ψαράδες, με τα δίχτυα τους να την τυλίξουν και να την κατεβάσουν στο νερό. Λίγες μέρες μετά, δεν υπήρχε κάποιος να ψάξει για αυτούς.
Πήγαν τέλος οι γεροντότεροι, που είχαν ζήσει τα περισσότερα χρόνια, οι γνώσεις τους ήταν πολλές, και όλο και κάποιον τρόπο θα έβρισκαν για να την αντιμετωπίσουν. Από αυτούς δεν έμεινε τίποτα.
Έτσι έμειναν οι γυναίκες και τα παιδιά. Έβαλαν τα μαύρα, κατηφόρισαν προς το γκρεμό. Δεν είχαν όπλα, δεν είχαν δίχτυα, δεν είχαν τσεκούρια, δεν είχαν πείρα. Δεν είχαν σκοπό. Δεν είχαν τίποτα άλλο να χάσουν. Δε μιλούσαν, μόνο αναστέναζαν που και που. Έβλεπαν το τέλος του γκρεμού να πλησιάζει. Δεν έβλεπαν καλά το δέντρο. Κατέβηκαν κι άλλο.

"Τρελομιλιά θα πεις κάτι;", πετάχτηκε ένα παιδί από τα πιο μικρά και μια μάνα του κλείσε αμέσως μετά το στόμα.
"Και βέβαια θα πω." απάντησε η τρελομιλιά δυνατά για να την ακούνε όλοι. " Ελάτε κοντά να ακούσετε.".
Το ίδιο παιδί συνέχισε: "Δεν πλησιάζουμε κοντά σου . Όποιος πλησιάζει το γκρεμό πεθαίνει. "
"Μα ελάτε, έχω τόσο ωραία φρούτα για εσάς που πάνε χαμένα. Κι αν φοβάστε το γκρεμό, ελάτε από το μονοπάτι , είναι πιο εύκολα." , είπε η τρελομιλιά.
"Μα τι φρούτα μας λες; Εμείς δεν ξέρουμε ούτε τι δέντρο είσαι. Και δεν πλησιάζουμε με τίποτα. Έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει το μονοπάτι που λες. Μόνο γκρεμός και θάνατος γύρω σου." , της είπαν.
"Ούτε εγώ δεν ξέρω τι δέντρο είμαι. Τόσες εποχές που στέκω εδώ, μόνο ένας από εσάς κατάφερε να κόψει ένα καρπό μου . Κι αυτός φοβόταν το γκρεμό. Όμως είδε το μονοπάτι και έφτασε σε μένα. Όλοι οι άλλοι χάνονταν όταν τους έδειχνα το μονοπάτι." είπε η τρελομιλιά.
" Δεν υπάρχει μονοπάτι. Και όλοι αυτοί που λες, δε χάσανε το δρόμο για σένα, πέθαναν στο γκρεμό.", της είπαν.
"Μα πώς δεν υπάρχει μονοπάτι; Αυτός που έκοψε τον καρπό μου, μου είπε ότι περπατώντας το, πέρασε και από ένα έρημο ξωκλήσι με μνήματα αρχόντων γύρω γύρω του. Πώς είναι δυνατό να μην τα βλέπετε όλα αυτά;"
"Δεν υπάρχει σου λέμε. Ούτε σε μνήμα δε μπορούμε να βάλουμε τους ανθρώπους μας που χάθηκαν στο γκρεμό σου. Τους έφαγε όλους η θάλασσα μαζί με το μονοπάτι σου."
"Εγώ το μόνο που ήθελα είναι να δοκιμάσουν τα φρούτα μου. Δεν ήθελα το κακό τους. Μόνο έστεκα εδώ γεμάτο φρούτα και τους καλούσα κι από τον εύκολο το δρόμο" είπε η τρελομιλιά."Να! Αν δε με πιστεύετε δοκιμάστε. Δείτε."
 Άρχισε να κουνάει αριστερά και δεξιά τα κλαδιά της προς τους ανθρώπους για να πέσουν τα φρούτα της. Και πήραν οι άνθρωποι τα φρούτα κλαίγοντας για τις χαμένες ψυχές.  
Ήταν τόσο νόστιμα τα φρούτα, που αποφάσισαν να τη συγχωρέσουν. Η επιθυμία τους να ξαναδοκιμάσουν ήταν τόσο μεγάλη που ξεπερνούσε τη θλίψη τους. Έτσι, πήραν σπόρους να φυτέψουν κι αλλού. Το νέο φρούτο διαδόθηκε παντού. Όσο αφορά στο όνομα, αυτό ήθελαν να τους θυμίζει την ιστορία του πρώτου δέντρου, χωρίς όμως να τους πικραίνει πια.
Έτσι τα φρούτα της τρελομιλιάς, τα έλεγαν τρελόμιλα, και με τον καιρό τα μασκάρεψαν και τα είπαν μήλα.."

"Και κάπως έτσι γεννήθηκαν τα μήλα, εγγονέ. Γιατί, όταν δε σωπαίνεις και δε φοβάσαι να μιλήσεις , όταν λες την αλήθεια και μπορείς να συγχωρείς, όχι μόνο τρως το μήλο που λιμπίζεσαι, γκρεμούς ολόκληρους αποφεύγεις. κατάλαβες; Άντε φάε τώρα το μήλο σου πριν μαυρίσει εντελώς."

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου