Κυριακή 26 Απριλίου 2015

Τα μυρμήγκια και οι τρεις γείτονες.


Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια μυρμηγκοφωλιά. Όπως σε όλες τις μυρμηγκοφωλιές, μόνο η είσοδος ήταν ορατή στην επιφάνεια και μόνο τα μυρμήγκια ήξεραν και μπορούσαν να μπουν μέσα στους διαδρόμους. Όπως επίσης συμβαίνει στις μυρμηγκοφωλιές,κανένα από τα μυρμήγκια δε μπορούσε με βεβαιότητα να πει πόσο βαθιά ριζωμένη ήταν η φωλιά, κάτι που μπορούσε μόνο να διαπιστωθεί αν κάποιο σκαπέτι έσκαβε και την ξεπάτωνε.

Να πούμε εδώ ότι η φωλιά αυτή υπήρχε πολλά πολλά χρόνια, και κάποιοι  έλεγαν ότι την έφτιαξαν τα πρώτα μυρμήγκια, και ότι με βάση αυτή φτιάχτηκαν και οι υπόλοιπες. Ωστόσο ποτέ για πολλά πολλά χρόνια δεν είχε παρατηρηθεί το παραμικρό πρόβλημα και κανένας δεν είχε τολμήσει να διορθώσει ή να υποπτευθεί ότι κάτι στη φωλιά θα πήγαινε στραβά.
Τα μυρμήγκια δούλευαν λοιπόν μέρα νύχτα, έμπαιναν και έβγαιναν από την είσοδο και αποθήκευαν συνεχώς τρόφιμα στο εσωτερικό της. Ήταν τόσο πολλά αυτά που αποθήκευαν, που έφτασαν στο σημείο να μη μπορούν να χωρέσουν και τα ίδια στη φωλιά.
Στέκονταν λοιπόν μαζεμένα μπροστά στην είσοδο. Κι έτσι όπως ήταν καλοκαίρι, και ο χειμώνας δεν είχε φτάσει, κι έτσι συνεργατικά όπως ήταν αυτά, όσο κι αν συζητούσαν κι αν έψαχναν, λύση στο πρόβλημά τους δεν έβρισκαν. 

Όπως ήταν μαζεμένα μπροστά στη φωλιά , πέρασε πρώτα μια κότα που βοσκούσε παραπέρα, και  είπε να πλησιάσει, για να μάθει τι συνέβαινε. 
Όταν τα μυρμήγκια της εξήγησαν είπε:
"Εγώ θα σας πώ τι να κάνετε και αντάλλαγμα δε θέλω.  Η φωλιά σας φταίει που είναι μικρή. Θα σας λύσω εγώ λοιπόν το πρόβλημά σας. Θα αρχίσω να τσιμπάω γύρω γύρω και να σκάβω, και θα σας ανοίξω νέους διαδρόμους στη φωλιά, για  να μπορείτε κι εσείς να χωρέσετε. Μόνο μην τρώτε μέχρι να τελειώσω, γιατί όσο πιο αδύνατα είστε, τόσο πιο πολλά θα μπορείτε να χωρέσετε." 
"Ναι, ναι, αυτή είναι η λύση. Πώς δεν το είχαμε σκεφτεί;" είπαν κάποια από τα μυρμήγκια αμέσως. "Να κάνουμε αυτό που λέει η κότα".
Άρχισε η κότα να τσιμπάει, έσκαβε από εδώ, έσκαβε από εκεί, έφτιαχνε γούβες στο χώμα,  όμως δεν έμοιαζαν καθόλου με τη φωλιά τους. Η κότα άλλωστε δεν ήταν μυρμήγκι,  τό μόνο που ήξερε να κάνει είναι να σκάβει για να ξετρυπώσει κανένα σκουλήκι. Σα να μην έφτανε αυτό κάποια στιγμή έσκαψε τόσο βαθιά και πέτυχε ένα διάδρομο, τον γκρέμισε, βρήκε την τροφή που ήταν αποθηκευμένη και άρχισε από τη λαιμαργία της να την τρώει και αυτή.
"Σε ευχαριστούμε κότα για τις συμβουλές σου, αλλά δε μπορείς να βοηθήσεις. Εσύ μόνο σκουλήκια ξέρεις να  βρίσκεις, μας γκρέμισες και το διάδρομο και έφαγες και την τροφή μας. Πήγαινε στο κοτέτσι σου".
Μαζεύτηκαν πάλι τα μυρμήγκια μπροστά στην είσοδο και τότε πέρασε από κοντά ο τζίτζικας που καθόταν στο απέναντι κλαδί, που διέκοψε την ανεμελιά του, για να μάθει τι τους συνέβαινε.
Όταν τα μυρμήγκια του εξήγησαν  το πρόβλημά τους,αυτός είπε:
"Εγώ πάντα σας έλεγα ότι το καλοκαίρι δεν είναι για δουλειές. Κοιτάξτε εμένα που κάθομαι και λιάζομαι στο κλαδί, ενώ εσείς ιδρώνετε και ξεϊδρώνετε! Να τώρα τι πάθατε. Εγώ λέω να αρχίσετε να τρώτε, μέχρι να μείνει χώρος στη φωλιά για να χωρέσετε".
"Ναι, ναι, αυτή είναι η λύση. Πώς δεν το είχαμε σκεφτεί;", είπαν αμέσως κάποια από τα μυρμήγκια, τα πιο λαίμαργα. "Να κάνουμε αυτό που λέει ο τζίτζικας".
Άρχισαν τα μυρμήγκια να τρώνε λοιπόν  σιγά σιγά τα αποθηκευμένα, όμως, πολλά όπως ήταν τα μυρμήγκια και μικρή όπως ήταν η είσοδος, ήταν τα πιο λαίμαργα από αυτά, που έτρωγαν  πιο γρήγορα και περισσότερα, και άφηναν τα υπόλοιπα νηστικά, που δεν προλάβαιναν να σταυρώσουν μπουκιά, μόνο έβλεπαν τους κόπους ενός καλοκαιριού ολόκληρου, να καταλήγουν στο στομάχι λίγων μόνο από αυτά, μέσα σε λίγες ημέρες.
Είδαν ότι άκρη δε θα έβρισκαν τα μυρμήγκια, σταμάτησαν να τρώνε και έδιωξαν πικραμένα και το τζίτζικα.
"Σε ευχαριστούμε τζίτζικα, αλλά η ανεμελιά είναι για τύπους σαν κι εσένα. Εμείς μαζεύουμε την τροφή για να την έχουμε και το χειμώνα, μαζί τη μαζεύουμε και μαζί θα τη μοιραστούμε. Δε θα μας βάλεις να τσακωθούμε και μεταξύ μας. Γύρνα στο κλαδί σου."

Είδαν και απόειδαν τα μυρμήγκια και ξαναμαζεύτηκαν μπροστά στην είσοδο. Τότε κατέβηκε από το πάνω κλαδί η αράχνη που είχε τον ιστό της ψηλά, και είπε να ρωτήσει τι τους συνέβαινε.
Όταν τα μυρμήγκια εξήγησαν το πρόβλημά τους, αυτή είπε:
"Εγώ θα σας πώ τι να κάνετε και αντάλλαγμα δε θέλω.  Θα πάρετε το καθένα ένα ψίχουλο ή ένα σπόρι στην πλάτη, από αυτά που έχετε στη φωλιά, και θα αδειάσει η φωλιά σιγά σιγά, ώστε να μπορείτε να χωρέσετε. Και για να μη σας τα πάρει κανένας, θα τα κρύψουμε εκεί ψηλά δίπλα στον ιστό μου, σε μια κουφάλα του δέντρου, και δε θα τα βρει κανείς. Κι όταν τα χρειαστείτε, τα παίρνετε πίσω."
"Ναι, ναι, αυτή είναι η λύση. Πώς δεν το είχαμε σκεφτεί;", είπαν αμέσως κάποια από τα μυρμήγκια.. "Να κάνουμε αυτό που λέει η αράχνη".
Ξεκίνησαν  να κουβαλάνε λοιπόν τα μυρμήγκια και να αδειάζουν τη φωλιά, ένα ψίχουλο το καθένα στην πλάτη, και ανέβαιναν στο δέντρο. Κι όπως έκαναν γραμμή τα μυρμήγκια στον ανήφορο, πήγαιναν αλλά κανένα από αυτά δεν επέστρεφε. Κι αυτό γιατί με το που άφηναν στην κουφάλα την τροφή, τα άρπαζε η αράχνη στον ιστό ης για να τα φάει. Όταν το κατάλαβαν αυτό τα μυρμήγκια, σταμάτησαν να κουβαλάνε.
"Αυτή αντί να μας βοηθήσει θα μας φάει όλα ένα ένα. Είπαμε να βρούμε λύση, όχι να βρούμε τροφή για την αράχνη!" είπαν τα μυρμήγκια και δεν ξανανέβηκαν στο δέντρο.

Αυτά έπαθαν τα μυρμήγκια που πρόθυμα ακολούθησαν αυτά που τους έλεγαν οι άλλοι και που εκ των υστέρων κατάλαβαν ότι όσα τους είπαν και οι τρεις γείτονες, έδιναν λύση στο πρόβλημά τους, όμως είχαν και το κόστος τους. Αν δεν το είχαν καταλάβει, θα είχαν πάει χαμένα,  είτε φαγωμένα από την αράχνη, είτε πεθαμένα από την πείνα, είτε με γκρεμισμένη φωλιά και χωρίς τροφή.

Μήπως έτσι δε συμβαίνει άλλωστε και γενικότερα;

1 σχόλιο:

  1. Παλιέ φίλε ακροβάτη,

    οι άνθρωποι δεν είναι μόνο μυρμήγκια
    είναι και πουλιά που βγάζουνε φτερά
    πουλιά! πουλιά!
    και βγαίνουν από τις μυρμηγκοφωλιές...
    και ανοίγουν τα φτερά τους....
    και φτάνουν σε τόπους όμορφους,
    με όμορφα πλάσματα καθάρια

    οι άνθρωποι φίλε παλιέ ανεκτίμητε,
    είτε πουλιά
    είτε μυρμήγκια
    νοσταλγούν φορές το χθες
    και βλέπουν τις νέες τους συναναστροφές
    και κρίνουν εαυτούς και αλλήλους
    για να λένε πως αλλάξανε και αυτοί
    μόνο κάτι μεσημεριανά που παρελθόν τους ψάχνει
    ταράζονται οι φτωχοί
    και ο Ρίκο Μερέντα -ο πειραχτήρης
    γελάει κάπου εκεί
    μακριά απ' τη μυρμηγκοφωλιά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή