Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2024
Της αιώνιας ζωής πίστη αλάθητη κι όνειρο μυστικό.
Μη θαρρείς αδερφή,
πως δε με πτοεί φόβος άστοργος
με παιδεύει.
Όμως ποιά είναι
που ακούω η συμβουλή και δε στέργει
στη σειρά να μ’ αφήσει που μένω,
στην υποταγή!
Ω, πόσο φοβούμαι, αδερφή μου,
τα βήματά μου. Δεν ξέρω
γιατί μ’ οδηγεί, απ’ τους άλλους η διαφορά μου,
αυτήν να ζητώ την επιμονή.
Φοβούμαι
κι ανένδοτη με σπρώχνει ορμή.
Δύναμη της ψυχής ή ποιά αδυναμία,
λαχτάρα που τίποτα δε λησμονεί
απ’ της συμπάθειας τη θέληση και προσμονή,
τ’ είν’ η αγάπη;
Όλοι λεν πως γνωρίζουν
σε τούτη τη σκληρήν εποχή,
τη θεϊκή προσταγή της.
Το κάλεσμα
μοίρα μυστική μένει, οδυνηρή
κι ας την ονομάσουν
όσοι από μας θά ’ρθουν κατόπιν
ηρωική θέληση.
Την γνωρίζω δοκιμασία
και στο θάνατο μ’ οδηγεί.
Μα δεν μπορώ αλλιώς αδερφή μου,
να έχω τη ζωή μου,
άδικη τη νομίζω, αδικία
την κράζω σα λείπει η στοργή.
Τούτη που με κατέχει η θέληση
μ’ ανησυχεί. Απαντοχή, του Θεού
άγνωστη πάντα διδαχή, τόσο διαφορετική
απ’ των ανθρώπων τη ζωντανή διάθεση.
Της αγάπης ολόκληρο τον ορισμό
ποιός εξηγεί και δεν τρομάζει η ψυχή του;
Αμφιβολία για τους άγραφους νόμους
όταν με τυραννεί, άσκοπες βλέπω
των θεών, φανταστικές τις προσταγές.
Πόσο μας σταματούν, οι ανθρώπινες
πραγματικές διαταγές,
οι ανθρώπινες, γνωστικές σκέψεις
κι εγώ πιστεύω πως ακούω άλλες φωνές,
βλέψεις αποχτώ άλλες, οδηγίες έχω κρυφές.
Για τα νεκρά σώματα παρηγοριές
τοιμάζομαι να δώσω τον έρωτα
που ζωντανό φέρνω μέσα μου
κι εκείνον που αγαπώ αρνιέμαι,
που ζωντανά μ’ αγαπά,
τους πεθαμένους πονώντας,
του θανάτου αποζητώντας τη συμφορά.
Για ν’ αγαπώ γεννήθηκα κι όχι για να μισώ.
Της αγάπης τη δύσκολη χάρη έχω οδηγό,
όπως όταν τον πατέρα οδηγούσα τυφλό
κι απ’ την αδυσώπητη δύναμη της ζωής
κατατρεγμένο, αδικημένο κι αμαρτωλό.
Ποιό φέρνει η αγάπη μου μήνυμα πονεμένο;
Προχωρώ προς το θάνατο και τον αψηφώ.
Ποιό αίσθημα διπλό με κατέχει;
Της αιώνιας ζωής πίστη αλάθητη
κι όνειρο μυστικό.
πως δε με πτοεί φόβος άστοργος
με παιδεύει.
Όμως ποιά είναι
που ακούω η συμβουλή και δε στέργει
στη σειρά να μ’ αφήσει που μένω,
στην υποταγή!
Ω, πόσο φοβούμαι, αδερφή μου,
τα βήματά μου. Δεν ξέρω
γιατί μ’ οδηγεί, απ’ τους άλλους η διαφορά μου,
αυτήν να ζητώ την επιμονή.
Φοβούμαι
κι ανένδοτη με σπρώχνει ορμή.
Δύναμη της ψυχής ή ποιά αδυναμία,
λαχτάρα που τίποτα δε λησμονεί
απ’ της συμπάθειας τη θέληση και προσμονή,
τ’ είν’ η αγάπη;
Όλοι λεν πως γνωρίζουν
σε τούτη τη σκληρήν εποχή,
τη θεϊκή προσταγή της.
Το κάλεσμα
μοίρα μυστική μένει, οδυνηρή
κι ας την ονομάσουν
όσοι από μας θά ’ρθουν κατόπιν
ηρωική θέληση.
Την γνωρίζω δοκιμασία
και στο θάνατο μ’ οδηγεί.
Μα δεν μπορώ αλλιώς αδερφή μου,
να έχω τη ζωή μου,
άδικη τη νομίζω, αδικία
την κράζω σα λείπει η στοργή.
Τούτη που με κατέχει η θέληση
μ’ ανησυχεί. Απαντοχή, του Θεού
άγνωστη πάντα διδαχή, τόσο διαφορετική
απ’ των ανθρώπων τη ζωντανή διάθεση.
Της αγάπης ολόκληρο τον ορισμό
ποιός εξηγεί και δεν τρομάζει η ψυχή του;
Αμφιβολία για τους άγραφους νόμους
όταν με τυραννεί, άσκοπες βλέπω
των θεών, φανταστικές τις προσταγές.
Πόσο μας σταματούν, οι ανθρώπινες
πραγματικές διαταγές,
οι ανθρώπινες, γνωστικές σκέψεις
κι εγώ πιστεύω πως ακούω άλλες φωνές,
βλέψεις αποχτώ άλλες, οδηγίες έχω κρυφές.
Για τα νεκρά σώματα παρηγοριές
τοιμάζομαι να δώσω τον έρωτα
που ζωντανό φέρνω μέσα μου
κι εκείνον που αγαπώ αρνιέμαι,
που ζωντανά μ’ αγαπά,
τους πεθαμένους πονώντας,
του θανάτου αποζητώντας τη συμφορά.
Για ν’ αγαπώ γεννήθηκα κι όχι για να μισώ.
Της αγάπης τη δύσκολη χάρη έχω οδηγό,
όπως όταν τον πατέρα οδηγούσα τυφλό
κι απ’ την αδυσώπητη δύναμη της ζωής
κατατρεγμένο, αδικημένο κι αμαρτωλό.
Ποιό φέρνει η αγάπη μου μήνυμα πονεμένο;
Προχωρώ προς το θάνατο και τον αψηφώ.
Ποιό αίσθημα διπλό με κατέχει;
Της αιώνιας ζωής πίστη αλάθητη
κι όνειρο μυστικό.
("της Αντιγόνης προς την Ισμήνη" της Ζωής Καρέλλη)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου