Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024
είναι κρίμα να 'σαι πάντα εσύ το θύμα
Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια γειτονιά. Είχε αυτό που λέμε χαμηλή δόμηση, μιας και τα περισσότερα σπίτια είτε ήταν παλιά, είτε ήταν σε γενικές γραμμές μονοκατοικίες. Υπήρχαν επίσης και πολλά εγκαταλελειμμένα σπίτια, από αυτά που έλεγαν ότι "ήθελαν πολλά λεφτά για να φτιαχτούν", στα οποία κατοικούσαν μόνο γάτες και ποντίκια, κάνοντας την ησυχία της γειτονιάς ακόμα μεγαλύτερη.΄Οι περισσότεροι από τους κατοίκους έμεναν χρόνια πολλά σε αυτή τη γειτονιά, γεγονός που τους έκανε να γνωρίζονται καλά, ενώ αρκετοί από αυτούς είχαν γεράσει εκεί. Ήταν μια ήσυχη γειτονιά.
Η γειτονιά ζωντάνευε σε γιορτές και αργίες, κυρίως τους ανοιξιάτικους και καλοκαιρινούς μήνες. Ήταν τότε που οι κάτοικοι δέχονταν επισκέψεις, είτε περιστασιακές, είτε για κάποιες μέρες. Οι οικογένειες δέχονταν τα παιδιά που γύριζαν από τις σπουδές τους, ενώ οι παππούδες φιλοξενούσαν τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Τότε έβλεπες και κυρίως άκουγες παιδιά να παίζουν στο δρόμο, ανθρώπους να περπατάνε ή να μένουν στις αυλές μέχρι αργά, να μιλάνε και να γελάνε, μουσικές, ραδιόφωνα και τηλεοράσεις, ενώ η γειτονιά γέμιζε μυρωδιές από τα κυριακάτικα τραπέζια, τις τηγανητές πατάτες και τα γλυκά στο φούρνο.
Ένα τέτοιο καλοκαίρι είχε μόλις τελειώσει, οι επισκέπτες είχαν φύγει και η γειτονιά ετοιμαζόταν να μπει για τα καλά στην ησυχία της, με μια διάχυτη αίσθηση μελαγχολίας και αποχωρισμού. Κάπου εκεί ήρθε η σειρά ενός άλλου απρόσμενου επισκέπτη. Ένας σεισμός ταρακούνησε για τα καλά τη γειτονιά και την περιοχή ολόκληρη, να πούμε κάπου εδώ ότι σχεδόν ποτέ δε συνέβαιναν σεισμοί εκεί. Λίγα δευτερόλεπτα μετά, η γειτονιά ζωντάνεψε απότομα. Οι κάτοικοι βγήκαν έξω πανικόβλητοι, αντικείμενα, γλάστρες, κεραμίδια και πέτρες ακούγονταν να πέφτουν, ενώ έκαναν πολλές ώρες για να μπουν ξανά στα σπίτια τους.
Τις επόμενες μέρες η γειτονιά παρέμενε ζωντανή, αλλιώς όμως αυτή τη φορά. Ο σεισμός είχε αφήσει τα σημάδια του τόσο στα πιο παλιά σπίτια, όσο και στα πιο καινούργια, μιας και όπως είπαμε δε συνέβαιναν τέτοια φαινόμενα σε εκείνη την περιοχή. Με τα εγκαταλελειμμένα σπίτια δεν ασχολιόταν κανείς, φυσικά είχαν γίνει και εκεί καταστροφές. Συνεργεία πήγαιναν και έρχονταν στη γειτονιά, έλεγχαν τα σπίτια, σημειώνοντας την καταλληλότητά τους. Δεν είχαν γίνει σοβαρές ζημιές, οι άνθρωποι όσο να 'ταν ωστόσο είχαν αναστατωθεί.
Οι μήνες περνούσαν και τα συνεργεία ελέγχου έδωσαν τη θέση τους σε άλλα, κρατώντας τη ζωντάνια αλλά και την αναστάτωση της γειτονιάς αμείωτη. Άρχισαν τα μερεμέτια, άλλοι τα έκαναν μόνοι τους όπως μπορούσαν ενώ άλλοι είχαν φέρει μάστορες για μικροεπισκευές, λάσπες, πηλοφόρια και μυστριά. Κάποιοι, που είτε δεν είχαν λεφτά είτε είχαν τρομάξει τόσο, έκαναν μήνες να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
Η γειτονιά γινόταν όλο και πιο ήσυχη και έδειχνε να μπαίνει ξανά στους ρυθμούς της. Ο χειμώνας ερχόταν σιγά σιγά, οι αυλές είχαν καθαριστεί, τα μερεμέτια τελείωσαν, οι γάτες και τα ποντίκια έπαιζαν κυνηγητό στα ερείπια. Οι άνθρωποι είχαν αρχίσει να κλείνονται στα σπίτια τους. Η ησυχία της γειτονιάς έδειχνε να είναι βαριά, είχαν αυξηθεί τα κλειστά σπίτια, δεν έδινε κανείς ωστόσο σημασία, μιας και ήταν σύνηθες φαινόμενο να αδειάζουν σπίτια, όταν κάποιος ηλικιωμένος έφευγε ή πήγαινε να περάσει καιρό με τα παιδιά του.
Ο χειμώνας πέρασε. Με τις πρώτες ηλιόλουστες μέρες, οι κήποι άνθιζαν σιγά σιγά και η γειτονιά έβαζε σιγά σιγά τα καλά της για να υποδεχτεί τις πρώτες επισκέψεις, να ζωντανέψει ξανά.
Η γειτονιά ωστόσο είχε άλλους επισκέπτες.
Κουστουμαρισμένοι
τύποι με ακριβά αμάξια, άρχισαν να επισκέπτονται τη γειτονιά.
Αυτοί δεν έφερναν καμία αναστάτωση, έρχονταν τα μεσημέρια
ήσυχα, σχεδόν κρυφά και κοιτούσαν τα σπίτια, το δρόμο, ακόμα και τα ερείπια, έβγαζαν
φωτογραφίες και μιλούσαν χαμηλόφωνα.
Τα νέα δεν άρχισαν να μαθευτούν. Κάποιος θα έκανε στη γειτονιά "επένδυση". Είχε αγοράσει τα ερείπια καθώς και όσα σπίτια ήταν ήδη κλειστά ή έκλεισαν λόγω του σεισμού, ενώ έκανε προτάσεις να αγοράσει και τα υπόλοιπα σπίτια.
Χωρίς αμφιβολία, το παιχνίδι και η ζωντάνια είχε επιστρέψει στη γειτονιά, όπως κάθε καλοκαίρι. Μόνο που δεν ήταν τα παιδιά που έπαιζαν στους δρόμους, ούτε οι φοιτητές που επέστρεφαν. Κάποιος είχε αποφασίσει να κάνει τη γειτονιά μονόπολη. Να αγοράσει τα σπίτια του δρόμου και να χτίσει ξενοδοχείο...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου