Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

Κι ήμουν απ'τη μια του κύκλου εγώ, κι εγώ από την άλλη.


Ξύπνησε ιδρωμένος. Ανασηκώθηκε καθιστός στο κρεβάτι. Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά. Γύρω του σκοτάδι. Άνοιξε τα μάτια διάπλατα, μήπως και δει κάπου αυτό που έβλεπε μέχρι πριν λίγες στιγμές. Ήταν τρομαγμένος...

Τα μάτια του άρχισαν να προσαρμόζονται στο σκοτάδι σιγά σιγά. Αναγνώρισε το χώρο γύρω του. Τα φωτάκια από τις ανενεργές ηλεκτρικές συσκευές. Τις σκιές στον τοίχο. Το φώς από τη λάμπα του δρόμου ή όσο από αυτό κατάφερνε να περάσει τα πατζούρια και την κουρτίνα. Σιγουρεύτηκε για το πού ήταν. Ήταν εκεί που θυμόταν ότι είχε αποκοιμηθεί, στο γνώριμο δωμάτιο, "το κόκκινο κουτί με το άσπρο καπάκι", όπως του άρεσε να λέει, στο γνώριμο κρεβάτι, με τη γνώριμη καρό κουβέρτα. Όλα ήταν όπως έπρεπε να είναι.
Η καρδιά του ήδη χτυπούσε πιο αργά. Κάπου το διάπλατό του βλέμμα έπεσε και στο φωτεινό ηλεκτρονικό ρολόι. Ήταν ακόμα νωρίς, μόλις άρχισε να ξημερώνει, είχε δεν είχε περάσει μία ώρα από τότε που είχε αποκοιμηθεί. Και ήταν όλα σκοτεινά γύρω του γιατί ήταν από τα λίγα βράδια που είχε πιέσει τον εαυτό του να αποκοιμηθεί, που είχε απενεργοποιήσει ότι προκαλούσε φως και που είχε ξαπλώσει στο κρεβάτι σε κανονική θέση και όχι πλάγια, όπως συνήθιζε τελευταία.
Κι όμως ένιωθε ότι είχαν περάσει ώρες που ήταν κοιμισμένος. Είχε κοιμηθεί βαριά, σκέφτηκε. Όμως δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν και αυτό που είχε δει.
Έπεσε απότομα πίσω στο κρεβάτι χωρίς να τραβήξει την καρό κουβέρτα. Τώρα κοιτούσε το ταβάνι όπου δεν έφτανε και πολύ φως. Η αναπνοή του είχε επανέλθει ολοκληρωτικά. Είχε καιρό να δει όνειρο. Συνήθως ήταν πολύ μεγάλα. Άλλα από αυτά τέλειωναν κάπου, άλλα δεν προλάβαιναν να τελειώσουν γιατί έρχονταν λίγο πριν ξυπνήσει, πάντως  την επόμενη μέρα δε θυμόταν και πολλά, ίσως κάποιες δευτερεύουσες λεπτομέρειες. Κάθε φορά προσπαθούσε να θυμηθεί, αλλά ποτέ δε μπορούσε. Μια ζωή προσπαθούσε να θυμηθεί. Είχε αρχίσει να καταλήγει στο συμπέρασμα ότι υπήρχε λόγος που δε θυμόταν. Στα όνειρα γινόταν κάποιος άλλος, ζούσε μια παράλληλη ζωή, κι όπως όταν τα ζούσε δε θυμόταν τι είχε γίνει στην πραγματική ζωή, έτσι στην πραγματική ζωή δε θυμόταν τι είχε γίνει στο όνειρο. Μόνο αυτή την εξήγηση μπορούσε να δώσει..
Αυτό που είδε τώρα ήταν κάτι διαφορετικό όμως. Τον είχε συγκλονίσει τόσο πολύ που ξύπνησε απότομα ιδρωμένος. Φοβήθηκε μήπως αρχίσει πάλι να ξεχνάει, και συγκεντρώθηκε να θυμηθεί. Το μυαλό του πήγαινε ανάποδα. Αυτό έκανε όταν προσπαθούσε να θυμηθεί όταν είχε χάσει κάτι. 
Σιγουρεύτηκε ότι ήταν στο γνώριμό του χώρο. Η καρδιά του, που αρχικά χτυπούσε γρήγορα, άρχισε να χτυπά πιο αργά. Ήταν τρομαγμένος. Από το φόβο θα ήταν... Ή μήπως όχι; Είχε τα μάτια ανοιχτά για ώρα. Κοίταζε για ώρα γύρω γύρω. Μήπως κάτι έψαχνε; Μήπως ήταν κάπου αλλού πριν; Ναι, δεν ήταν φόβος μόνο, ήταν έκπληξη. Ναι, ναι, ήταν η απότομη αλλαγή του χώρου που τον είχε εντυπωσιάσει. Πώς είχαν χαθεί μέσα σε λίγες στιγμές όλα αυτά που ήταν γύρω του...
Πού είχε βρεθεί πιο πριν; 
Ήταν πράσινο. Ένα μεγάλο λιβάδι. Πήγαινε και ερχόταν σε ένα λιβάδι. Όμως κι άλλες φορές είχε δει τέτοια τοπία, δεν είχε νιώσει έτσι. Δεν ήταν μόνο αυτό. Και κάτι άλλο πρέπει να ήταν εκεί... Έπρεπε να θυμηθεί κι άλλες λεπτομέρειες. Κάποιο φως τον τύφλωνε. Και δεν έκανε κρύο. Μια φωτιά. μια φωτιά στη μέση του λιβαδιού, που τον τύφλωνε όταν βρισκόταν εκεί. Κάτι μόνο διέκοπτε το φως στα μάτια του. Πάντα η ίδια διακοπή. Κάποιοι χόρευαν. Έμοιαζαν μεταξύ τους, χόρευαν γύρω από τη φωτιά. Όταν τα μάτια του συνήθισαν  καθόταν και τους χάζευε. Δερβίσηδες. 
Ακούς εκεί, δερβίσηδες που χόρευαν σε ένα λιβάδι γύρω από μια φωτιά! Τα όνειρα του ήταν πάντα παράξενα και η φαντασία του κάλπαζε. Ακόμα και αυτό το θέαμα δε δικαιολογούσε τέτοιο απότομο ξύπνημα. Δε μπορεί, κάτι άλλο θα ήταν. Λες να μην έψαχνε πού πήγε το λιβάδι; Το μυαλό του επέστρεψε στο σενάριο του φόβου. Μπορεί όντως κάτι να έψαχνε, αλλά ήταν και κάτι που τον τρόμαξε. Τί ήταν όμως αυτό; Κράτησε τα μάτια του όσο ανοιχτά μπορούσε και προσπάθησε να συγκεντρωθεί περισσότερο. Πήγαινε και ερχόταν στο λιβάδι. Ναι, έγινε πολλές φορές αυτό. Πού αλλού ήταν όμως; Ίσως εκεί κάτι τον τρόμαξε..
"Μη μιλάς, μόνο κοίτα. Και πέρνα"
Αυτό. Κάποιος το έλεγε αυτό. Αυτός το έλεγε αυτό. Αλλά σε ποιόν; Ήταν κάποιος μαζί του. Δε θυμάται κάποιον άλλον πέρα από τον εαυτό του όμως εκεί. Πώς γίνεται αυτό;
Και ποιός ήταν αυτός που τον έστελνε στο λιβάδι κάθε φορά; Το μυαλό του είχε πάρει φωτιά και βρισκόταν στα πρόθυρα του πονοκεφάλου.
Είπε να ηρεμήσει λίγο. 
Χωρίς να το επιδιώκει, πέρασαν από το μυαλό του τα τελευταία χρόνια του, άσχετες ιστορίες δευτερεύουσες, σαν τις λεπτομέρειες που θυμόταν συνήθως από τα όνειρά του. Τους έρωτές του, τις εποχές που κλεινόταν στο σπίτι και δεν ήθελε να δει κανέναν. Τα τραγούδια που τραγουδούσε όταν περπατούσε στο δρόμο μόνος ή όταν οδηγούσε αργότερα τις νύχτες. Τους φίλους του που ήρθαν και έφυγαν. Τους ανθρώπους που έχασε. Τους ανθρώπους που βρήκε στο δρόμο. Αυτά που έμαθε. Το πόσο απότομα μεγάλωσε.  
Και τότε σκέφτηκε δύο ζάρια να πέφτουν στο χώμα. 
Ανοιγόκλεισε τα μάτια του ξανά και ξανά γιατί νόμισε ότι βλέπει πάλι όνειρο. Όμως ήταν ξύπνιος. Τι σχέση να είχαν όλα αυτά που πέρασαν από το μυαλό του; Και ακόμα περισσότερο, τί σχέση είχαν εκείνα τα ζάρια; Παράξενα πράγματα. Ή μήπως όχι; 
Γύριζαν όλα αυτά στο μυαλό του. Σαν τα κομμάτια ενός παζλ που έψαχναν επίλυση. Είχε εξαντληθεί από την προσπάθεια και ήταν έτοιμος να τα παρατήσει. Όμως από την άλλη δεν πήγαινε η καρδιά του, είχε φτάσει τόσο κοντά. Κάποια στιγμή κατάφερε να τα κολλήσει.
Θυμήθηκε.
Μόνος του ήταν στο όνειρο. Μόνο που ήταν δύο φορές εκεί. Σε ένα κύκλο. Και από τις δύο πλευρές. Έβλεπε τον εαυτό του λες και ήταν σε καθρέφτη. Τον τρόμαξε αυτό αρχικά, γιατί δε συνήθιζε να βλέπει τον εαυτό του, ούτε στα όνειρα, ούτε καν στις φωτογραφίες που έβγαζε, όπου συνήθιζε να βγάζει ανθρώπους και τοπία, αλλά απέφευγε συνήθως ο ίδιος το φακό. Κοίταζε καλά καλά απέναντι και έβλεπε το είδωλο να κάνει τις ίδιες κινήσει που έκανε και αυτός. Τότε, ο κύκλος , που δεν τον είχε πάρει είδηση  μέχρι τότε, γέμιζε σε διάφορα σημεία του από στιγμές που είχε ζήσει. Και τις ζούσε ξανά. Κάθε φορά που ερχόταν η σειρά του να μιλήσει, η στιγμή χανόταν, ο κύκλος άνοιγε και αυτός κατέληγε στο λιβάδι. Αυτό έγινε πολλές φορές, ξανά και ξανά. Ναι έτσι έγιναν τα πράγματα, έτσι εξηγούνται όλα όσα βρίσκονταν στο μυαλό του. Ένιωσε περήφανος που κατάφερε να θυμηθεί όλο το όνειρο, όλα τα κομμάτια του πάζλ και να τα κολλήσει. Γιατί όμως δεν κατάφερνε να μιλήσει; Κι αν ήταν έτσι, πώς θυμόταν τη φράση αυτή; Την  είχε πει ο ίδιος;  
Του ήρθε ξανά στο μυαλό το απότομο ξύπνημα. Τότε κατάλαβε. Αυτό ήταν η μόνη φράση που είπε η φιγούρα του  απέναντι, που  μέχρι τότε έμοιαζε με  κάποιο άψυχο είδωλο σε κάποιο καθρέφτη και ζωντανεύοντας ξαφνικά, είπε αυτό. Εκείνη τη στιγμή έπεσε πάλι , και ενώ περίμενε ότι θα βρεθεί στο λιβάδι, βρέθηκε στο κρεβάτι του και ξύπνησε.
Χάρηκε που τα θυμήθηκε όλα και άφησε τις σκέψεις του για το επόμενο πρωί.

Το φως που έμπαινε από τα πατζούρια, στο κόκκινο κουτί με το άσπρο καπάκι, χτυπούσε κατευθείαν πάνω στα κλειστά μάτια του. Αυτός στριφογύρισε δύο φορές, και έτσι όπως είχε κοιμηθεί στραβά στο κρεβάτι, έπεσε σχεδόν ολόκληρος από κάτω και ξύπνησε απότομα. Η τηλεόραση ήταν ανοιχτή και έπαιζε κάποια ειδησεογραφική εκπομπή. Έβαλε τα γυαλιά του και κοίταξε την ώρα. Είχε περάσει μόλις μισή ώρα από τότε που είχε αποκοιμηθεί, μιας και οι δουλειές του τον είχαν κρατήσει άγρυπνο μέχρι αργά. Δεν είχε άλλο ύπνο...




4 σχόλια:

  1. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Κάπως έτσι είναι.Να σαι καλά. Κρίμα είναι αλλά σε καταλαβαίνω. Γιατί δε μοιράζεσαι κάτι άλλο που δε θα μου ζητάς να σου το κατεβάσω;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ακροβάτη πως μπορώ να φτιάξω το δικό μου blog;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. χρειάζεσαι ένα μέιλ βασικά. στείλε μου μέιλ στην επικοινωνία να σου πω τι πρέπει να κάνεις

    ΑπάντησηΔιαγραφή